Θησαυρός ευχετήριων δίστιχων sms

Τετάρτη 31 Μαΐου 2023

Η Op Art πριν την γέννηση της Οp Art


Στην Κρήτη, παλιότερα, οι νοικοκυρές φρόντιζαν να ανοίγουν μια φορά το χρόνο τις κασέλες τους, έβγαζαν όλα τα ρούχα στον ήλιο, για να αεριστούν, και τα ξανάβαζαν στην ίδια θέση προσθέτοντας νέα αρωματικά φυτά, λεβάντα και φασκομηλιά, που επιτελούσαν διπλό σκοπό: αρωμάτιζαν την προίκα τους και την προστάτευαν από το σκόρο.  Αυτή την εικόνα των απλωμένων υφαντών στις αυλές των σπιτιών φέρνει στη μνήμη η νέα συλλογή του ζωγράφου Αριστόδημου Παπαδάκη.  

Δεν είναι βέβαια η πρώτη φορά που οι πίνακές του ξυπνούν μνήμες του παρελθόντος. Μελετώντας την καλλιτεχνική παραγωγή του Αριστόδημου γίνεται εύκολα αντιληπτό ότι η θεματολογία των έργων του πηγάζει από τα προσωπικά του βιώματα και αντλείται από τον κοινωνικό χώρο στον οποίο κινείται. Οι απρόσωπες γυναικείες φιγούρες-σκιές μιας άλλη εποχής, με τις χαρακτηριστικές κινήσεις των άκρων, τα κρητικά παραδοσιακά σπίτια ιδωμένα με μια εντελώς προσωπική οπτική, τα φλεγόμενα δέντρα του, οι ελιές, οι ροδιές, τα σκιάχτρα-ιερά τοτέμ, τα μεταλλικά παιδικά αεροπλανάκια πάνω από κουτιά-ουρανοξύστες, προάγγελοι μιας σύγχρονης ιστορικής στιγμής, οι πολύχρωμες ελληνικές σημαίες, συνιστούν θεματικές οι οποίες εξεταζόμενες στο χρόνο που δημιουργήθηκαν και τα πολιτικο-οικνομικά και κοινωνικά δεδομένα που τα γέννησαν, αποκτούν σημασιοδοτήσεις που ξεπερνούν τα γεγονότα και αποκτούν διαχρονική αξία.

Ο Αριστόδημος είχε την τύχη, λόγω  γενιάς, να ζήσει δίπλα και μέσα στα χρώματα της κρητικής γης και του κρητικού σπιτιού. Το κατακόκκινο  του ριζαριού, το κίτρινο της μπογιάς και του ροδιού, το πράσινο της ακονιζάς, το φούξια της ρίζας του πλατάνου και της χαρουπιάς, το βυσσινί του αλάδανου, το γαλάζιο του λουλακιού, το ημίλευκο του μαλλιού και το κατάλευκο του βαμβακιού ήταν  τα χρώματα μέσα στα οποία γεννήθηκε, έζησε ως παιδί, ως έφηβος και νέος και μ’ αυτή την αισθητική χρωματική υποδομή εισήχθη στην Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών για να μελετήσει τη μαγεία των χρωμάτων και των σχημάτων.

Σε μια νέα περίοδο εσωστρέφειας, λοιπόν, ο Αριστόδημος άνοιξε για άλλη μια φορά το μπαούλο της πνευματικής του κληρονομιάς κι άπλωσε στον ήλιο και στον αέρα, για να ανασάνει, όλη την προίκα της μάνας του: υφαντές πατανίες, χράμια, τραπεζομάντηλα, πετσέτες, βαμβακερά σακιά και μια βούργια μεγάλη, ειδικά φτιαγμένη για τη μεταφορά της αρτοκλασίας στ’ αγιομίσια. Το άπλωμα της προίκας του ξύπνησε μνήμες κρυμμένες για καιρό στις γωνιές του νου και έφερε στο φως χρώματα και σχήματα, γνώριμα πλην όμως ανεπεξέργαστα στο μυαλό και στην ψυχή του έμπειρου καλλιτέχνη.

Στην υφαντική τέχνη τα σχήματα και οι μορφές αποκτούν πάντοτε γεωμετρική μορφή. Εγκλωβίζονται στην γεωμετρία της ευθείας γραμμής. Δεν υπάρχουν πουθενά καμπύλες. Μόνο ευθείες. Στις περιπτώσεις που επιχειρείται να αποδοθούν καμπύλες, αυτές δεν είναι πραγματικές αλλά ψευδαίσθηση, όπως τα ηλεκτρονικά pixels, και μόνο αν τις ερευνήσεις από κοντά διαπιστώνεις την οφθαλμαπάτη.  Το μέγεθος των λωρίδων, που εναλλάσσονται στα μάλλινα, τα λινά και τα βαμβακερά υφαντά, ποικίλει από λίγα χιλιοστά ως ένα ή δυο πόντους, σχηματίζοντας κύματα χρωμάτων που κινούνται, κάθε φορά που τα κοιτάζεις,  σαν μια οπτασία, όπως κινούνται οι γραμμές ενός κειμένου στα κουρασμένα μάτια  του αναγνώστη και οι συσηλίδες στην καρδιά μιας καυτής καλοκαιρινής μέρας. Κοιτάζοντάς τα, τα μάτια σου «κάνουν πουλιά», θαμπώνουν και αισθάνεσαι την ανάγκη να εστιάσεις κάπου άλλου, για να επιστρέψεις ξανά το βλέμμα και να βεβαιωθείς ότι η οπτασία ή ψευδαίσθηση είναι πάντοτε εκεί για να τη συναντήσουν τα μάτια που την αποζητούν. 

Οι δεξιμάτες πατανίες, πάλι, δεν είναι απλή υφαντική ή κεντητική, ζωγραφική δηλαδή πάνω σε καμβά ή ύφασμα, υλικά πάνω στα οποία ο λαϊκός δημιουργός αφήνει ελεύθερη τη φαντασία και την ψυχή του να δημιουργήσει. Στην κεντητική η κεντήστρα σκορπάει χρώματα εδώ κι εκεί πάνω σε πανιά και αποκτούν ζωή, όπως ο ζωγράφος σκορπάει τις μπογιές του στον καμβά και αποκτούν νοήματα. Στο δέξιμο η υφάντρα δεν προσπαθεί να ζωγραφίσει ή καλύψει το στημόνι με το υφάδι, αλλά παίζει με την εναλλαγή της απόκρυψης ή της αποκάλυψής του με ένα μονόχρωμο υφάδι. Η πολυχρωμία, τώρα, δίνει τη θέση της στη διχρωμία, η οποία και πάλι είναι ψευδαίσθηση, καθώς άλλοτε η πυκνότητα του στημονιού και άλλοτε η πυκνότητα του υφαδιού δημιουργούν την αίσθηση διαφορετικών χρωματικών τόνων.  Το δέξιμο δεν είναι ένα απλό υφαντό. Είναι προϊόν υψηλής ευφυίας και θαυμαστής έμπνευσης. Είναι τόσο σύνθετο όσο το προϊόν ενός σύγχρονου ηλεκτρονικού υπολογιστή.

Η υφάντρα έχει συλλάβει νοερά το σχέδιο και προγραμματίζει την εφαρμογή του μετερχόμενη μόνο δυο υλικά, το ξύλο του αργαλειού και τα νήματα. Τα προγραμματίζει – περαματίζει στη γλώσσα της – τα περνά από μίτους και χτένια και πατώντας τα κατάλληλα κουμπιά/πατητήρες σηκώνονται ή πέφτουν, ανοίγουν ή κλείνουν συστάδες από νήματα/στημόνια επιτρέποντας στο υφάδι να αποτυπώσει το προγραμματισμένο σχέδιο. Αν υπάρχει πρόγονος του σύγχρονου υπολογιστή, αυτός δεν είναι άλλος από τον αργαλειό, και οι πρώτοι χειριστές του ήταν γυναίκες, οι οποίες πρώτες αντιλήφθηκαν την έννοια της αφαιρετικής λογικής και του προγραμματισμού, τουλάχιστον στην Ελλάδα, όπου η ύφανση ήταν γυναικεία υπόθεση.

Το αποτέλεσμα είναι πάντοτε εντυπωσιακό. Μια πλημμυρίδα μικρών τετραγώνων/pixels δημιουργούν δέσμες σταθερά επαναλαμβανόμενων γεωμετρικών σχημάτων, που ζαλίζουν το μάτι στην προσπάθειά του να εξαντλήσει τις οπτικές του ικανότητες σε από ένα παιχνίδι κινητικών ψευδαισθήσεων.

Χρειάστηκαν να περάσουν πολλά χρόνια επιτυχημένης πορείας στο χώρο της Τέχνης για να συνειδητοποιήσει ο Αριστόδημος κάτι που θεωρούσε δεδομένο. Οι πατανίες που τύλιγαν το σώμα του προσφέροντας ζεστασιά τις κρύες νύχτες του χειμώνα ή που απλώνονταν στις ξερολιθιές για να λειτουργήσουν ως ζωγραφικό φόντο στις πρώτες φωτογραφίες της ζωής του παρέμειναν σαν οπτασία στους δαιδαλώδεις διαδρόμους της μνήμης, δεν είχαν αξία μόνο χρηστική και αισθητική/διακοσμητική. Η ωριμότητα της ματιάς του και το συλλογικό πολιτισμικό DNA, που συσσωρεύεται μέσα στο χρόνο και εισχωρεί με κοπιώδη σπουδή και μελέτη στο προσωπικό DNA των ελάχιστων εκλεκτών, των καλλιτεχνών, τον βοήθησε να κατανοήσει ένα βασικό κανόνα ζωής: τίποτα δεν είναι προϊόν παρθενογένεσης, μηδέ των προϊόντων της Τέχνης εξαιρουμένων.

Ο Αριστόδημος αποτύπωσε στη νέα συλλογή του την ψευδαίσθηση της κινητικότητας.  Η κινητικότητα αυτή των σχημάτων δεν είναι επηρεασμένη από την αφηρημένη κινητική γεωμετρική τέχνη, την op art, της δεκαετίας του 1960, αλλά αποτελεί συνέχεια μια προϋπάρχουσας κινητικής εικαστικής έκφρασης που αποτυπώθηκε στα κρητικά υφαντά δύο και τρεις αιώνες πριν την εμφάνιση της op art, δημιουργήματα αγράμματων γυναικών, που γνώριζαν ωστόσο πολύ καλά το παιχνίδι των οπτικών ψευδαισθήσεων. Πρόκειται για μια op art πριν από την op art, με δικές της γερές ρίζες στην κρητική υφαντική παράδοση. Τούτη η προϋπάρχουσα κινητική τέχνη με τις στέρεες κρητικές ρίζες  αποτυπώνεται είτε σε αυτόνομα ζωγραφικά έργα είτε ως μοτίβα ενσωματωμένα σε παλαιότερης θεματολογίας ζωγραφικές συνθέσεις, στο πλαίσιο ενός αναστοχασμού, μιας μετα-ανάλυσης του συνολικού έργου του, ως απόδειξη της εξελικτικής καλλιτεχνικής του πορείας.

Δεν είναι, ωστόσο, η πρώτη φορά που ο Αριστόδημος επιχειρεί να «δεσμεύσει» την κίνηση στους πίνακές του. Οι «Σημαίες» του, ανεξάρτητα από τους οποίους πολιτικοκοινωνικούς συνειρμούς, δημιουργούν την ίδια αίσθηση της κίνησης, κυρίως εκείνες που είναι απλωμένες σε επιφάνειες παραλληλόγραμμων σχημάτων και βρίσκονται σε μια διαρκή μετά-κίνηση στο χώρο, σε έναν αέναο κυματισμό,  αποζητώντας να σπάσουν  το φράγμα του πλαισίου που τα περιβάλει και να ξεχυθούν στο χώρο.

Ο θεατής που στέκει απέναντι στα έργα αυτά του Αριστόδημου δεν πρέπει να παρασυρθεί από το παραδοσιακό στοιχείο ή το διακοσμητικό χαρακτήρα και να ολισθήσει σε λανθασμένα συμπεράσματα, μολονότι και τα δυο, υφαντική και διακοσμητική, κινούνται στο χώρο της Τέχνης. Πρέπει να έχει επίγνωση πως βρίσκεται μπροστά σε μοντέρνα έργα τέχνης, τα οποία με το παιχνίδι των χρωμάτων, των σχημάτων και της ψευδαίσθησης της κίνησης συνεχίζουν τη μακρόχρονη εικαστική παράδοση αυτού του τόπου. Και ως προς τούτο είναι αναμφισβήτητα πρωτοποριακά και μοναδικά.


Ανδρέας Λενακάκης

Φιλόλογος, δρ. Λαογραφίας



ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Το κείμενο δημοσιεύθηκε στον λεύκωμα της έκθεσης ζωγραφικής του ζωγράφου Αριστόδημου (Παπαδάκη) που πραγματοποιήθηκε στην Βασιλική του Αγίου Μάρκου στο Ηράκλειο Κρήτης από 6 Μαΐου έως 9 Ιουνίου 2022. 

 


Δεν υπάρχουν σχόλια: