Θησαυρός ευχετήριων δίστιχων sms

Κρητικά Αξεμούριστα




ΠΡΟΛΟΓΟΣ

Αρσίζικα, (α)ξετσίπωτα, (α)ξεμούριστα, (ε)ντεψίζικα καταχωρήθηκαν στην κρητική διάλεκτο τα τραγούδια και οι αφηγήσεις που σε άλλες περιοχές της Ελλάδας χαρακτηρίζονται γαμοτράγουδα, μουνάτα, ψωλάτα, πιπεράτα, αδιάντροπα ή ξεδιάντροπα, ως συνώνυμα του είδους εκείνου του λαϊκού λόγου που συλλήβδην στη γλώσσα των επιστημών του λόγου χαρακτηρίζεται άσεμνος, ανίερος, βωμολοχικός, υβριστικός, αισχρολογικός ή αγγλότροπα shocking. Πρόκειται για το τμήμα εκείνο της πολιτιστικής μας κληρονομιάς που αποσιωπήθηκε περισσότερο από όλα τα άλλα, επειδή στην πορεία αιώνων μελέτης του ελληνικού λόγου δεν υπήρχε χώρος γι’ αυτό, καθώς απουσίαζε το ενδιαφέρον των ερευνητών, θύματα μιας ακαδημαϊκής αντίληψης που δεν τους επέτρεπε να συνδέσουν το όνομά τους με το συγκεκριμένο είδος. Μολονότι τα τελευταία χρόνια η στάση αυτή έχει αλλάξει, συχνά συναντά κανείς ακόμα και σήμερα μελέτες που αφορούν στον ελευθερόστομο λόγο, στις οποίες διαφαίνεται η αγωνία των μελετητών να μην υπάρξει καμιά αναφορά σε «άσεμνη» λέξη. Μελετούν δηλαδή τον ελευθερόστομο λόγο, χωρίς να τον προσδιορίζουν. Η διακριτική αυτή απόσταση δεν αφορά μόνο στον παραδοσιακό, αλλά και στον σύγχρονο αθυρόστομο λόγο, ακόμα κι όταν αυτός είναι δημιουργία κορυφαίων Ελλήνων ποιητών. Σ’ αυτές τις περιπτώσεις οι εκδόσεις κυκλοφορούν σε τόσο μικρό αριθμό αντιτύπων, ώστε ελάχιστοι μπορούν να έχουν πρόσβαση σ’ αυτά, και ακόμα λιγότερο ασχολήθηκαν με την ερμηνεία των έργων αυτών.
Μια προσεκτικότερη ματιά στην ονοματολογία του υλικού αυτού, αποκαλύπτει ότι εκείνο που ο απλός παραδοσιακός άνθρωπος χαρακτηρίζει με κριτήριο το είδος του εκφερόμενου λόγου, η επιστήμη το διηθεί από ένα φίλτρο ηθικής, της συμβατικής ηθικής της κοινωνίας, και το χαρακτηρίζει όχι με αντικειμενικούς όρους, ως όφειλε, αλλά με υποκειμενικά κριτήρια «άσεμνο». Τούτο αποτελεί μοναδική περίπτωση στις επιστήμες του λόγου, γιατί δεν υπάρχει άλλη περίπτωση επιστήμης, της οποίας να χαρακτηρίζεται «άσεμνο» τμήμα του γνωστικού αντικείμενου ή της ορολογίας της, ακόμα κι όταν το αντικείμενο πραγμάτευσης είναι το ίδιο. Η στάση αυτή είναι ασφαλώς αντιεπιστημονική και η κύρια αιτία της αδιαφορίας και της υποτίμησης του ελευθερόστομου γλωσσικού υλικού από τους ερευνητές.
Στην επιστήμη της Λαογραφίας η πρώτη συστηματική προσπάθεια καταγραφής του ελευθερόστομου λαϊκού λόγου από την Μαίρη Κουκουλέ το 1984, άνοιξε το δρόμο για τη σοβαρή αντιμετώπισή του και έδωσε το έναυσμα για την καταγραφή και διάσωση παρόμοιου γλωσσικού υλικού και σε άλλες περιοχές της χώρας. Στην Κρήτη έχουν εκδοθεί μέχρι σήμερα, αποσπασματικά, ελάχιστα ελευθερόστομα και περισσότερα υπαινικτικά τραγούδια, διάσπαρτα σε διάφορες συλλογές τοπικού κυρίως χαρακτήρα. Δεν είχε ωστόσο γίνει κάποια συστηματική προσπάθεια συγκέντρωσης του συγκεκριμένου λαογραφικού υλικού, για να τεθεί στη διάθεση της επιστημονικής έρευνας. Η παρούσα έκδοση έρχεται να καλύψει αυτό το κενό με την καταγραφή, τη διάσωση και τη συγκέντρωσή του σε ένα τόμο. Επιδιώκει επίσης την απενοχοποίηση του λαϊκού λόγου και των εκφράσεων που άπτονται της σεξουαλικότητας και της σεξουαλικής ζωής του παραδοσιακού ανθρώπου και ειδικότερα του Κρητικού, για να καταστεί δυνατή η κατανόηση της ψυχοσύνθεσής του και κατ’ επέκταση του πολιτισμού του. Είναι περιττό να αιτιολογηθεί αυτή η θέση, καθώς είναι γνωστές οι έρευνες της επιστήμης στο θέμα της επιρροής της σεξουαλικότητας στη ζωή των ανθρώπων και των κοινωνιών.
Το υλικό που συγκεντρώθηκε, τόσο το έμμετρο όσο και το πεζό, είναι πλούσιο. Ο γράφων ωστόσο γνωρίζει ότι σε καμιά περίπτωση δεν καλύπτει τον ελευθερόστομο κρητικό λόγο στο σύνολό του. Συγκεντρώθηκε ένα μόνο μέρος του. θέλει να πιστεύει το μεγαλύτερο ή έστω σε τέτοια έκταση, που θα επιτρέψει στους μελετητές να ερευνήσουν σε βάθος το θέμα και να ερμηνεύσουν την κρητική παραδοσιακή κοινωνία σε όλες της εκφάνσεις της. Γνωρίζει ακόμα ότι το πεδίο της καταγραφής του παραδοσιακού λόγου και διάσωσής του δεν έχει κλείσει, και ευελπιστεί ότι θα βρει μιμητές.
Το αποτέλεσμα της προσπάθειας αυτής έδειξε ότι ο ελευθερόστομος λόγος δεν υστερεί ούτε σε έκταση ούτε σε σπουδαιότητα των άλλων ειδών της προφορικής παράδοσης. Γι’ αυτό, τουλάχιστον στο τμήμα που αφορά στα υπαινικτικά τραγούδια, τα δίστιχα και τις ευτράπελες αφηγήσεις, επιλέχτηκε ένα μικρό μόνο μέρος από όσα έχουν καταγραφεί, ικανό όμως να τεκμηριώσει την παρουσία του ως μέσου έκφρασης του λαϊκού ανθρώπου. Απόδειξε ακόμα κάτι πολύ σημαντικό: ότι ο έμμετρος ελευθερόστομος λόγος διατηρείται ζωντανός ακόμα και σήμερα, τη στιγμή που άλλες μορφές έμμετρης λαϊκής δημιουργίας έχουν προ πολλού εκλείψει, με εξαίρεση τα νεοκρητικά δίστιχα. Φαίνεται ότι και στην λαϊκή λογοτεχνία τα είδη της ακολουθούν το νόμο της φυσικής επιλογής. Επιβιώνουν όλα όσα ικανοποιούν βασικές ανάγκες έκφρασης του ανθρώπου και των κοινωνιών. Αν η υπόθεσή μας αυτή αληθεύσει, τότε μπορούμε να διακινδυνεύσουμε και μια πρόβλεψη: ο ελευθερόστομος λαϊκός λόγος έχει ακόμα πολύ δρόμο μπροστά του. θα συνεχίζει να παράγεται στις υγιείς κοινωνίες, μέχρι που η σεξουαλικότητα και η αιώνια έλξη των φύλων θα καθορίζει το μέλλον της ανθρωπότητας.

Α. Λ.
Ηράκλειο, Οκτώβρης 2011