Το ριζίτικο τραγούδι
υπό το πρίσμα νέων δεδομένων
της ιστορικής του έρευνας
MΕ την εισήγησή μου θα επιχειρήσω, επανεξετάζοντας τις γνωστές μέχρι σήμερα γραπτές αναφορές του όρου ριζίτικο τραγούδι και προσθέτοντας νέες αναφορές, άγνωστες μέχρι σήμερα στους μελετητές, να προσδιορίσω το είδος και το γεωγραφικό εύρος του δημώδους αυτού τραγουδιού. Ο ομιλών γνωρί-ζει ότι οι συζητήσεις για την πατρότητα του ριζίτικου τραγουδιού συχνά δημιουργούν συγκρούσεις· γνω-ρίζει, επίσης, και πιστεύει ότι μόνο η συστηματική έρευνα μπορεί να αποκαλύψει την αλήθεια.
Ο πρώτος που χρησιμοποιεί τον όρο «ριζίτικα τραγούδια» σε γραπτό κείμενο είναι ο Γεώργιος Ι. Χατζηδάκης το 1909. Στην εργασία του «Κρητική μουσική και όρχησις» αναφέρει: «Τα κρη- τικά τραγούδια αναλόγως του μέρους που ψάλλονται διαιρούνται εις τραγούδια τση Τάβλας, τραγούδια τση Στράτας και Τραγούδια του χορού. Αναλόγως δε του ρυθμού και του ύφους της Μελωδίας, εις τραγούδια αορίτικα ή ριζίτικα, εις σκοπούς (τραγούδια των πεδινών επαρχιών και των πόλεων) και τραγούδια του χορού. § Τα τραγούδια τση Τάβλας τα ψάλλουν καθήμενοι πάντοτε, και διά τούτο ονομάζονται της Τάβλας (τραπέζης). Είναι τραγούδια ριζίτικα και ψάλλονται ως επί το πολύ εις τας Δυτικάς επαρχίας της νήσου. Έχουν ρυθμούς χαλαρούς, με κίνησιν αργήν (Μ.[μονάδα μέτρησης χρόνου] = 54) [αργή χρο-
|
Εικ. 1 : Μεταγραφή του τραγουδιού της τάβλας «Μα ’γώ θωρώ την τάβλα μας»
σε ευρωπαϊκή παρασημαντική (Χατζηδάκις 1909).
Το 1911 στην εργασία
του με τίτλο «Κρητικά τραγούδια» την οποία δημοσιεύει στο περιοδικό Κρητική Στοά του Γιάννη Μουρέλλου, αναφέρει: «…δύο εκ των ασμάτων
τούτων άπερ είναι γνωστά υπό τίτλους
‘Σε ψηλό βουνό’
και ‘Πότες θα κάμει ξεστερ-
1. Γεώργιος Ι. Χατζηδάκις, «Κρητική μουσική και όρχησις», Κρητική Στοά, τόμ. Β’ (Ηράκλειο 1909), σ. 273-310, εδώ σ. 280-28,
2. Χατζηδάκις 1909, ό.π., σ. 282.
3. Χατζηδάκις 1909, ό.π., σ. 281.
γιά’… Αμφότερα είναι ριζίτικα, ανήκουν εις την τάξιν των τραγουδιών τση τάβλας και
διακρίνονται διά την καθαρώς Κρητικήν αυτών φυσιογνωμίαν».4 Στην ίδια εργασία, αναφερόμενος στο τραγούδι «Πότες θα κάμει
ξεστεργιά», στο οποίο δίνει τίτλο «Το πεθύμιο»
και το οποίο μεταφέρει σε ευρωπαϊκή παραημαντική, όπως τραγουδιόταν στα
χωριά του Δήμου Λάκκων της επαρχίας Κυδωνίας, στη σημείωση 5 αναφέρει: «Ο Δήμος
Λάκκων αποτελείται εκ 15 χωρίων άπερ με έν όνομα καλούνται ρ ί ζ α .
Εκ τούτων τα τραγούδια των Λακκιωτών καλούνται ρ ι ζ ί τ ι κ α . Κοινώς όμως ριζίτικα
ονομάζονται όλα τα ορεινά
άσματα».5
Ο Σταύρος Κελαϊδής το 1933 σε εργασία του, που δημοσιεύεται στο περιοδικό Κρητικαί Μελέται με τίτλο «Τα Δημοτικά μας τραγούδια», τονίζει ότι τα περί τα 500, όπως αναφέρει, τραγούδια, που ο ίδιος γνωρίζει, μπορούν να ταξινομηθούν σε διάφορες κατηγορίες και αναφέρει ενδεικτικά τα ιστορικά, πολεμικά, ηρωικά και μαντινάδες. «Τελευταία αφήκα τα τραγούδια του δρόμου και τα τραγούδια της τάβλας διότι περί αυτών κυρίως θα ασχοληθώ».6 Στο επόμενο τεύχος του ίδιου περιοδικού, όπου συνεχίζεται το δεύτερο μέρος της εργασίας του με τον λογιοτατίστικο τίτλο «Επιτραπέζια δημοτικά άσματα» (που συνέλεξε από την επαρχία Σφακίων), ο Γεώργιος Ι. Κουρμούλης αναφέρει: «Τα άσματα της κατηγορίας ταύτης καλούνται «τραγούδια τση τάβλας» ή «τραγούδια του σκαμνιού», διότι κυρίως
ταύτα άδονται κατά τας πανηγυρικάς συγκεντρώσεις, γάμους, βαπτίσεις κτλ. οπότε κατά τα συμπόσια ο πανηγυρίζων, προκειμένου να παραθέση γεύμα εις τους προσκεκλημένους του, αντί των κοινών τραπεζών, «στρώνει τάβλα», ήτοι διά να ανταποκριθή προς τον μέγαν αριθμόν των προσκεκλημένων του τοποθετεί κατά μήκος σανίδας ολοκλήρους πέριξ των οποίων καθίζουν και γευματίζουν ούτοι. Λέγονται προσέτι και «τραγούδια σφακιανά» ή «ριζίτικα» διότι κυρίως ταύτα επιχωριάζουν εις την
4. Γεώργιος Ι. Χατζηδάκις, «Κρητικά τραγούδια», Κρητική Στοά, τόμ. Γ’ (Ηρά- κλειο 1911), σ. 259 – η έντονη γραφή από τον ίδιο τον συγγραφέα.
5. Χατζηδάκης 1911, ό.π., σ. 271. Οι υπογραμμίσεις του ίδιου συγγραφέα.
6. Σ. Κελαϊδής, «Τα δημοτικά μας τραγούδια», Κρητικαί Μελέται, τχ. 6 (Σεπτ. 1933), σ. 192-195, εδώ σ. 193. Οι υπογραμμίσεις του ιδίου.
επαρχίαν Σφακίων και γενικώς εις τα χωρία τα ευρισκόμενα εις τας υπωρείας «ρίζες» των Λευκών ορέων».7
Ο Γ. Κουρμούλης, δηλαδή, συντάκτης τότε του Ιστορικού Λεξικού, θεωρεί και αναγνωρίζει ως «ριζίτικα» ή «σφακιανά» μόνο τα τραγούδια της τάβλας. Τον ίδιο χαρακτηρισμό, «τραγούδια της τάβλας», επιλέγει στην ταξινόμηση των τραγουδιών σε ομάδες και όχι τον όρο «ριζίτικα», που έχει στενό τοπικό χαρακτήρα, αλλά «της τάβλας» εξαιτίας του ρόλου τους στην κοινωνική ζωή.8 Από την εργασία του Σ. Κελαϊδή κυριάρχησε και αφομοιώθηκε από πολλούς μελετητές αλλά και τους χρήστες των ριζίτικων τραγουδιών η παρετυμολογία του όρου «τραγούδια της τάβλας» ως προερχομένου από τις τάβλες που χρησιμοποιούσαν στις ομαδικές συνεστιάσεις,9 πρακτική που ήταν σε χρήση μέχρι και τις πρώτες μεταπολεμικές δεκαετίες του 20ού αιώνα.
Τον όρο σφακιανά
[και] ριζίτικα τραγούδια χρησιμοποιεί και η Ειρήνη Σπανδωνίδη δυο χρόνια αργότερα,
το 1935, στον τίτλο
της συλλογής της Κρητικά τραγούδια: σφακιανά, ριζίτικα, [Αθήναι:] Γκοβόστης. Στην εισαγωγή της αναφέρει: «Η
συλλογή μου περιέχει μόνο κρητικά, ή μάλλον, καθώς είδαμε, σφακιανά και ριζίτικα τραγούδια. Και αλήθεια, μου φαίνεται για πολλούς λόγους, πως
ικανοποιητικές μπορούν να είναι μόνον οι τοπικές συλλογές. Όσο πιο τοπικές,
τόσο το καλύτερο
– υπάρχουν στην ίδια επαρχία από χωριό σε χωριό τόσες διαφορές!».10 Ωστόσο η αναφορά αυτή
αντιφάσκει με την πρώτη παράγραφο της εισαγωγής της στην οποία
ρητά αναφέρει ότι: «Τα περισσότερα απ’ τα τραγούδια της
συλλογής αυτής μαζεύτηκαν το καλοκαίρι του
7.
Γεώργιος
Ι. Κουρμούλης, «Επιτραπέζια δημοτικά άσματα», Κρητικαί Μελέται, τχ. 7 (Οκτ. 1933), σ. 229-233, εδώ σ. 229-230.
8. Ο Γ. Ι. Κουρμούλης δεν μπαίνει στη διαδικασία να περιορίσει σε μια εσωτερική καταλογοποίηση των τραγουδιών της τάβλας με κριτήριο το περιεχόμενό τους, όπως γίνεται σε όλα τα υπόλοιπα τραγούδια και στις μαντινάδες. Οι λόγοι που επιλέγει αυτή την ομαδοποίηση δεν είναι γνωστοί, είναι ωστόσο φανερό ότι αναγνωρίζει συγκεκριμένο τρόπο τραγουδίσματος για τα τραγούδια αυτά παραπέμποντας στη βιβλιογραφία: «Περί του τρόπου καθ’ ον άδονται ταύτα έχουσι και άλλοι διαλάβει και ημείς εν τω περιοδικώ Λαογραφία τ. 9 (1926) σ. 218 κ.εξ. ένθα και δημοσιεύομεν μικράν συλλογήν διαφόρων ειδών Κρητικών ασμάτων». Κουρμούλης, ό.π. (σημ. 7), σ. 2
9, Κελαϊδής 1933, ό.π. (σημ. 6), σ. 195.
10. Ειρήνη
Σπανδωνίδη, Κρητικά τραγούδια:
σφακιανά, ριζίτικα, [Αθήναι:] Γκοβόστης 1935, σελίδα η’.
1929 στα Σφακιά, και το φθινόπωρο του 1930 στα Χανιά και τα περίχωρα. Ένα μικρότερο μέρος το
1916-1920 στο στρατό από στρατιώτες Κρητικούς (προπάντων της Μεραρχίας Χανιών),
και μερικά πάλι το 1930 στην Αθήνα, κυρίως από Σφακιανούς, που είχαμε
φέρει να τραγουδήσουν για τους φωνογραφικούς δίσκους, που έπαιρνε τότε ο
καθηγητής κ. Pernot».11 Μολονότι δεν ερμηνεύει τη χρήση του όρου ριζίτικα, δηλώνει – κατά την άποψή μου ξεκάθαρα
– ότι τον εκλαμβάνει με τοπικό περιεχόμενο, όπως ακριβώς κάνει και με τον όρο σφακιανά. Η συλλογή
της
δηλαδή περιέχει τραγούδια δημοτικά από τα Σφακιά (> σφακιανά τραγούδια) και από τη Ρίζα (> ριζίτικα τραγούδια).
Ως προς την πρώτη κατηγορία, δηλαδή τα σφακιανά τραγούδια ή – για να χρησιμοποιούμε ορθότερα τους όρους – τα τραγούδια που κατέγραψε στα Σφακιά, αναφέρει
ονομαστικά τους οικισμούς απ’ όπου κατάγονται οι πληροφορητές της:12
«Οι άνθρωποι
που μου είπαν τα τραγούδια
ήσαν, καθώς είπαμε, προπάντων καθαροί Σφακιανοί από
του Ασκύφου, την Νίμπρο, Κομιτάδες, Χώρα Σφακιώ, Ανώπολη, Μουρί, Άη-Γιάννη, Ασφέ-
ντου, Ροδάκινο». Ως προς τα ριζίτικα δεν αναφέρει κανένα
οικισμό, απλά συμπληρώνει τον κατάλογο των πληροφορητών:
«Άλλοι πάλιν ήσαν
Χανιώτες, μερικοί Τουρκοκρήτες από τη Σμύρνη.
Μερικά πάλιν άκουσα από μορφωμένους, και μάλι- στα πολύ μορφωμένους Κρητικούς, που έζησαν όμως χρόνια
ή συμπολέμησαν με τον λαό».13 Ουσιαστικά δηλαδή η
Ειρήνη Σπανδωνίδη δεν έκανε μια in situ επιστημονική καταγραφή λαο- γραφικού
υλικού, αλλά μια συλλογή καταγραμμένη δώθε κακείθε, καθώς κατέγραφε
όποιον πληροφορητή συναντούσε και ήταν γνώστης
κάποιων κρητικών δημοτικών τραγουδιών.
Έκπληξη
επίσης προκαλεί το γεγονός της καταγραφής στο χάρτη της επαρχίας Σφακιών, που
συνοδεύει την έκδοσή της, του οικισμού Ρίζα. Οικισμός με
αυτό το όνομα δεν αναφέρεται σε
καμία απογραφή
από τη βενετσιάνικη περίοδο μέχρι σήμερα.14
11. Σπανδωνίδη 1935, ό.π., σ. ζ’.
12. Χωρίς όμως να αναφέρει ρητά σε κάθε τραγούδι τον πληροφορητή και τον τόπο καταγωγής του.
13.
Σπανδωνίδη 1935, ό.π., σ. θ’.
14. Στέργιος Σπανάκης, Πόλεις και χωριά της Κρήτης, Ηράκλειο: Γ. 1993, τόμ. Β’, σ. 750-752, λήμμα «Σφακίων Επαρχία».
Πιθανολογώ ότι η συγκεκριμένη ερευνήτρια, έχοντας καταγράψει τον «τεχνικό»
όρο ριζίτικα και μη γνωρίζοντας καλά
την περιοχή, πράγμα που φαίνεται και από το σχεδιασμό και τη διοικητική διαίρεση του χάρτη της, υπέθεσε πως, κατ’ αναλογία
με τα σφακιανά τραγούδια, δηλαδή τα τραγούδια που τραγουδούν στον οικισμό Σφακιά, έτσι και τα ριζίτικα είναι τα τραγούδια
που τραγουδιούνται στον οικισμό Ρίζα
και τον σημειώνει δυτικά της Χώρας των Σφακίων στην περιοχή της Ανώπολης.15 Θεωρώ απίθανο να
εννοεί το συνοικισμό Ρίζα της Ανώπολης.
Το 1939 ο Ιωάννης Μαυρακάκης, ο οποίος υπογράφει τη συλλογή του Ανάλεκτα Κρητικής Λαογραφίας με την ιδιότητα του διευθυντού του Γυμνασίου Σφακίων,16 στη σύντομη εισαγωγή της ενότητας Ζ’ με τίτλο «Κρητικά τραγούδια», δεν αναφέρει τον όρο ριζίτικα, μολονότι, αναφερόμενος στην ταξινόμηση των τραγουδιών κάνει χρήση των όρων «τραγούδια τση στράτας» και «τραγούδια τση τάβλας»: «Για τα Δημοτικά τραγούδια της Κρήτης και τη διαίρεσή τους σε τραγούδια ηρωικά, τση στράτας, τση τάβλας κλπ. μπορεί να δη κανείς περισσότερα πράμματα στις συλλογές Κρητ. τραγουδιών και στα Εγκυκλοπαιδικά μας λεξι- κά».17 Η μαρτυρία του έχει ιδιαίτερη σημασία γιατί, παρόλο που την εποχή κατά την οποία καταγράφει τη συλλογή του και τα τραγούδια του βρίσκεται στα Σφακιά, δεν κάνει χρήση των όρων Σφακιανά ή Ριζίτικα τραγούδια, κάτι που έκαναν λίγα χρόνια πριν ο Σ. Κελαϊδής και η Ειρ. Σπανδωνίδη.18 Μπορούμε να ερμη- νεύσουμε αυτή την επιλογή ως άρνηση υιοθέτησης ενός νεολο- γισμού ή ως άγνοια της συγκεκριμένης έκδοσης, καθώς, όπως ο ίδιος αναφέρει στην εισαγωγή του «…δεν ημπόρεσα να παρακο- λουθήσω όλο το λαογραφικό υλικό που δημοσιεύθηκε ως τώρα, επειδή στερούμαι των απαραιτήτων βοηθημάτων, λόγω της εις Σφακιά διαρκούς σχεδόν διαμονής μου».19
15. Τους οικισμούς Ασκύφου και Ανώπολις τους καταγράφει με κεφαλαία γράμματα πιθανόν επειδή τους εκλαμβάνει ως ευρύτερες περιοχές και όχι με τη στενή έννοια του οικισμού.
16. Ιωάννης Ι. Μαυρακάκης, Ανάλεκτα Κρητικής Λαογραφίας, Τόμος Πρώτος, Χανιά, Αύγουστος 1939, Τύποις «Εφεδρικού Αγώνος».
17. Ιωάννης Μαυρακάκης 1939, ό.π., σ. 63.
18. Κελαϊδής 1933, ό.π. (σημ. 6) και Σπανδωνίδη 1935, ό.π. (σημ. 10).
19. Μαυρακάκης 1939, ό.π., σ. 7.
Και ενώ ο Μαυρακάκης καταγράφει τέσσερα γνήσια ριζίτικα
τραγούδια, δύο με τίτλο «Τραγούδι Μεσκλών», άλλα δύο με τίτλους «Ο μαυρικαρδισμένος» και «Το πασουμάκι της κόρης»,20 και ένα επώνυμο
στιχουργημένο από τον Ασκυφιώτη καπετάν Σταύρο Πολέντα με τίτλο
«Τραγούδι των επαρχιών νομού Χανίων»,21 δεν τα χαρακτηρίζει
ως ριζίτικα, κάτι που κάνει σε έναν γαϊδουρόκριτο,22 τον οποίο επιγράφει «Ριζίτικη ρίμα για ψοφισμένο γάϊδαρο».23 Το συγκεκριμένο
σατιρικό τραγούδι είναι γραμμένο σε ομοιοκατάληκτο ιαμβικό 15σύλλαβο, όπως η
πλειονότητα των τραγουδιών του είδους. Δεν χωρεί αμφιβολία ότι η χρήση του
επιθέτου «ριζίτικη» στο ουσιαστικό ρίμα, έχει τοπικό χαρακτήρα, ότι δηλαδή στιχουργήθηκε σε κάποιο από τα
χωριά της Ρίζας. Είναι δηλαδή τα ριζίτικα, κατά τον Μαυρακάκη, εκείνα τα τραγούδια, ανεξάρτητα από τη μορφή
και το περιεχόμενό τους, που αποδεδειγμένα δημιουργήθηκαν στις υπώρειες των Λευκών Ορέων(;).24
Το ίδιο ακριβώς περιεχόμενο δίνει και στον όρο σφακιανός, όταν αναφέρεται σε «Ρίμες
Σφακιανές»,
που αφορούν η μία, πάλι, στο θάνατο μιας στείρας αίγας ή αγελάδας (δεν διευκρι-
νίζεται στο τραγούδι) και η άλλη σε γαϊδουρόκριτο.25 Ο χαρακτηρισμός σφακιανά χρησιμοποιείται ακόμα στα μοιρολόγια («Μοιρολόγια Σφακιανά»), ακριβώς επειδή αναφέρονται σε θρήνους που εξελίχθηκαν στην περιοχή των Σφακίων: τρία είναι
καταγραμμένα στην Αράδενα και ένα στη Χώρα Σφακίων.26 Το ίδιο τοπικό περιεχόμενο δίνει στους όρους στο οπισθόφυλλο του βιβλίου του, όταν στα υπό δημοσίευση έργα του το δεύτερο επι- γράφεται «Τοπωνυμικά Ριζίτικα – Σφακιανά».
Προκαλεί
εντύπωση πως ο γυμνασιάρχης Ιωάννης Μαυρακάκης, γέννημα θρέμμα των Λάκκων και ως εκ της επαγγελμα-
20. Μαυρακάκης 1939, ό.π., σ. 67.
21. Μαυρακάκης 1939, ό.π., σ. 65.
22. Ανδρέας Λενακάκης, Δημοτικά τραγούδια στη Μεσαρά, Ηράκλειο: «Αντίλα- λος» 2007, σ. 319.
23. Μαυρακάκης 1939, ό.π., σ. 68(-69).
24. Σε μεταγενέστερες δημοσιεύσεις του και ο Μαυρακάκης θα αφομοιώσει τη χρήση του όρου «ριζίτικο τραγούδι», όπως αυτός διαμορφώθηκε χρόνια αρ- γότερα από τον Ιδ. Παπαγρηγοράκη.
25. Μαυρακάκης 1939, ό.π., σ. 68.
26. Μαυρακάκης 1939, ό.π., σ. 76-81.
τικής ιδιότητας κάτοικος της Χώρας
Σφακίων, δεν παρασύρεται από τοπικιστική διάθεση για
να χρησιμοποιήσει τον όρο ριζίτικα ή σφακιανά τραγούδια, για τα τραγούδια στα οποία οι μετα-
γενέστεροι έδωσαν αυτό το όνομα και μάλιστα
με περισσή περηφάνεια.
Ο Ιδομενέας Παπαγρηγοράκης το 1956, στην εισαγωγή της συλλογής του με τίτλο Τα Κρητικά Ριζίτικα τραγούδια,27 γράφει ότι «Ρίζες κυρίως λέμε στη δυτική Κρήτη τα χωριά της Κυδωνίας που βρίσκονται στις υπώρειες των Λευκών Ορέων, δηλαδή τους Λάκκους, τα Μεσκλά, το Θέρισσο, τα Καρανοσκάφιδα, τον Πρασέ, τα Ρούματα, τα Κεραμειά και, κατ’ επέκταση, τα λοιπά ψηλά χωριά των Επαρχιών που βρίσκονται γύρω από τα Λευκά Όρη. Επομένως ριζίτικα λέγονται τα ειδικά τραγούδια που συνηθίζονται στα χωριά αυτά αλλά και γενικότερα σ’ όλες της Επαρχίες του Νομού και πέρα ακόμη, όπως θα δούμε παρακάτω» και συμπληρώνει ότι «Από πότε λέγονται έτσι τα τραγούδια αυτά δεν ξέρομε καλά, σημειώνω όμως ότι σε καμιά από τις παλιές συλλογές κι εκδόσεις των ριζίτικων τραγουδιών δεν αναφέρεται η ονομασία αυτή από τους εκδότες των. Μ’ αυτό βέβαια δεν έπεται ότι η ονομασία τούς δόθηκε τα τελευταία μόνο χρόνια, αλλά οφείλεται στην παράλειψη των εκδοτών και συλλογέων των, οι οποίοι ασχο- λήθηκαν στην ξερή συλλογή και στην όπως όπως καταγραφή των χωρίς να ενδιαφερθούν για τις άλλες λεπτομέρειες που τα αφορούν». Για το λόγο αυτό υποστηρίζει «Λογαριάζω τον εαυτό
μου ευτυχή γιατί
πρώτος απ’ όλους ασχολούμαι κάπως λεπτομερέστερα μ’ αυτά κι ελπίζω να μη μου
διέφυγε καμιά σχετική πληροφορία που πρέπει να διασωθεί».28
Αν
ελέγξουμε τον ορισμό του Παπαγρηγοράκη θα διαπιστώσουμε, πέραν
από τον τοπικό
χαρακτήρα που δίνει
στο όρο ριζίτικα, ότι εξαρχής έχει μια τάση διεύρυνσης του χώρου. Ενώ τα χωριά της ρίζας των Λευκών Ορέων είναι συγκεκριμένα και αριθμήσιμα (ο ίδιος παραθέτει
συνολικά εφτά), στη συνέχεια επεκτεί-
27. Ιδομενεύς Ι. Παπαγρηγοράκις, Τα Κρητικά Ριζίτικα τραγούδια, Τόμος Α’, Της Τάβλας και της Στράτας, Χανιά: Τυπώθηκε στα τυπογραφεία Εμμ. Πετράκη, 1956-57 (ιδιωτική έκδοση).
28. Παπαγρηγοράκις 1956-57, ό.π., σ. 12.
νεται σε όλα τα «ψηλά» χωριά των επαρχιών, για να διευρυνθεί και να περιλάβει ολόκληρο το νομό Χανίων και εντέλει να εξαπλωθεί σε όλη τη δυτική Κρήτη με τοπικό όριο τα Ανώγεια Μυλοποτάμου του νομού Ρεθύμνης: «Τα ριζίτικα τραγούδια, όπως αναφέρω παραπάνω, τραγουδιούνται κυρίως στα γύρω των Λευκών Ορέων χωριά και απ’ εκεί ξαπλώνεται η χρήση των κατ’ αρχήν σ’ όλη τη Δυτική Κρήτη και όσο προχωρούμε στα ανατολικά εξασθενούν εις τρόπον ώστε εις τα Ανώγεια του Μυλοποτάμου να είναι σχεδόν άγνωστα».29 Τονίζω: «σχεδόν άγνωστα» όχι εντελώς άγνωστα.
Η λογική
αυτή της διεύρυνσης του χώρου στον οποίο τραγουδιούνται τα «ριζίτικα τραγούδια» και η ταύτιση
των τραγουδιών με τον τόπο και όχι με την ιδιαιτερότητα του είδους, συνέβαλε στην εσφαλμένη αντίληψη
να θεωρηθούν «ριζίτικα» όλα τα κρητικά δημοτικά
τραγούδια, με εξαίρεση
τις ρίμες, που και από αυτές ένα μέρος θεωρούνται «ριζίτικα
τραγούδια». Κάτω από αυτή την οπτική
πρέπει να προσεγγίσουμε τον τίτλο της συλλογής του Σταμάτη Αποστολάκη Ριζίτικα, Τα δημοτικά τραγούδια της Κρήτης.30
Ο
Παπαγρηγοράκης έχει δίκιο να επαίρεται όσον αφορά το γεγονός ότι πράγματι αυτός είναι ο πρώτος που συστηματικότερα άρχισε να συλλέγει, να καταγράφει και να μελετά τα ριζίτικα ως ένα είδος κρητικής
δημοτικής ποίησης, που διαφοροποιείται
από την διαδεδομένη δημώδη ποίηση σε ολόκληρο
το νησί και η οποία επικεντρώνεται τοπικά, όπως ο ίδιος πίστευε,
μόνο σε μια ζώνη της ορεινής περιοχής του νομού Χανίων.
Του
διαφεύγει (;) ωστόσο, και ως προς τούτο αδικεί τους παλαιότερους συλλογείς, ότι
υπάρχουν συλλογές και μελέτες στις οποίες γίνεται
χρήση του όρου ριζίτικα με τον στενό τοπικό
χαρακτήρα που αυτός έχει. Σίγουρα γνωρίζει τη συλλογή της Ειρήνης Σπανδωνίδου,
επειδή την αναφέρει στη βιβλιογραφία των «Κρητικών
ριζίτικων τραγουδιών» και προσωπικά θεωρώ απίθανο να αγνοεί τις δημοσιεύσεις του Γεωργίου Ι. Χατζηδά-
29. Παπαγρηγοράκις 1956-57, ό.π., σ. 13.
30. Σταμάτης Α. Αποστολάκης, Ριζίτικα: τα δημοτικά τραγούδια της Κρήτης, φιλολογική - εκδοτική επιμέλεια: Δημήτρης Παπακώστας. Αθήνα: «Γνώση», 1993 και Ριζίτικα: τα δημοτικά τραγούδια της Κρήτης, 2η αναθεωρημένη και επαυξημένη έκδοση, Χανιά 2010.
κη στο περιοδικό «Κρητική Στοά» ή του Σταύρου Κελαϊδή στο «Κρητικαί Μελέται», οι οποίοι ρητά και ξεκάθαρα, χωρίς δυνατότητα παρερμηνείας προσδιορίζουν τον όρο ριζίτικα. Θεωρώ ακόμα απίθανο να αγνοεί τη δημοσίευση του Χρ. Σταυρουλάκι (Αγελάτη) στην «Κρητική Εστία», στην οποία ο ίδιος ο Ιδομενέας Παπαγρηγοράκης αναφέρεται με την ιδιότητα του συμβούλου. Στο 28ο τεύχος, του 4ου τόμου, του περιοδικού (Μάιος - Ιούνιος 1952), σελ. 18-19, ο Χρ. Σταυρουλάκις, συνεργάτης του περιοδικού, δημοσιεύει ένα μακροσκελέστατο ποίημα με τίτλο «Η ΚΡΗΤΗ ΑΡΚΑΔΙ» (sic) και τον υπέρτιτλο «Ριζίτικο από τη μάχη της Κρήτης». Στο γλωσσάρι («εξήγησις δυσνοήτων λέξεων ποιήματος») που παραθέτει στη σελίδα 28 του ίδιου τεύχους, δίνει την δική του ερμηνεία: ριζίτικο = δημώδες ποίημα της τάβλας. Το γιατί ο συντάκτης του ποιήματος περιλαμβάνει (το 1952) στις δυσνόητες λέξεις και τη λέξη «ριζίτικο» δημιουργεί, βέβαια, κάποια ερωτηματικά, δεν χωρεί πάντως αμφιβολία πως για τον συνεργάτη της «Κρητικής Εστίας» Χρ. Σταυρουλάκι το ριζίτικο είναι ταυτόσημο και συνώνυμο του τραγουδιού της τάβλας, όπως ακριβώς το είχαν ορίσει οι Γεώργιος Χατζηδάκης και Σταύρος Κελαϊδής, χωρίς όμως να του προσδίδουν τοπική διάσταση, ή τουλάχιστον χωρίς να αναφέρονται αποκλειστικά και ρητά στους οικισμούς των Λευκών Ορέων.
Η πατρότητα, επομένως, σε βιβλιογραφικό επίπεδο του όρου ριζίτικα τραγούδια δεν ανήκει στον Ιδομενέα Παπαγρηγοράκη, αλλά προϋπάρχει της συλλογής και της έρευνάς του σε άλλα δημοσιεύματα με διαφορετική κάθε φορά χρήση. Το βέβαιο, επίσης, είναι ότι, όταν ο Παπαγρηγοράκης δημοσιεύει την αξιολογότατη συλλογή του, ήδη ο όρος ριζίτικα έχει χρησιμοποιηθεί για να δηλώσει α) τα τραγούδια που καταγράφονται σε μια συγκεκριμένη περιοχή, β) τα τραγούδια που δημιουργούνται στην ίδια περιοχή και γ) μια ομάδα τραγουδιών, των τραγουδιών της τάβλας, που επίσης τραγουδιούνται με ξεχωριστό τρόπο στην ίδια ή σε ευρύτερη περιοχή.
Στον Ιδομενέα Παπαγρηγοράκη οφείλεται η διαμόρφωση του κυρίαρχου ορισμού για το ριζίτικο τραγούδι, η σύνδεσή του με συγκεκριμένους οικισμούς των Λευκών Ορέων και η ένταξη σ’ αυτά και των τραγουδιών της στράτας ή του δρόμου.
Ζήτημα πάντως παραμένει αν τα τραγούδια που ο ίδιος χαρακτηρίζει ως ριζίτικα, είναι όντως τέτοια. Τούτο όμως είναι άλλο θέμα και δεν εντάσσεται στους στόχους της παρούσας εργασίας. Ο Ιδομενέας Παπαγρηγοράκης, στα Πρακτικά του Β’ Διεθνούς Κρητολογικού Συνεδρίου, αναφέρει ότι «Τα Κρητικά ριζίτικα, ως λέγονται, τραγούδια είναι ίδιον των κατοίκων της Δυτικής Κρήτης, λέγονται δε έτσι διότι επιχωριάζουν εις τας Ρίζας, τας υπωρείας δηλαδή των Λευκών Ορέων και συγκεκριμένως εις τα χωρία Λάκκους, Μεσκλά, Καράνου, Ζούρβα, Θέρισο, Κεραμειά της Κυδωνίας, Λειβαδά, Κουστογέρακο, Μονή, Αγία Ειρήνη Σελίνου και είτα γενικώς εις όλας τας επαρχίας Κισάμου, Σελί- νου, Αποκορώνου και Σφακίων. …Είναι τραγούδια μακρόσυρτα, τα πλείστα θρηνώδη, ως τα κλέφτικα της Παλαιάς Ελλά- δος» και αναγνωρίζει ότι υπάρχει πρόβλημα στον τρόπο που τρα- γουδιούνται «Επειδή λόγω της από στόματος εις στόμα μακράς παραδόσεώς των, είναι φυσικόν να υπάρχουν διαφοραί τινες κατά τόπους ως προς τον σκοπόν (μοτίβο) κάθε τραγουδιού, εγεννώντο δε πάντοτε συζητήσεις και προστριβαί…».31 Επειδή
μάλιστα υπήρχε
διχογνωμία και σύγχυση ως προς τη μελωδία κάθε τραγουδιού αποφασίστηκε, λόγω
της σπουδαιότητας του θέματος, να συγκληθεί μια ομάδα τραγουδιστών από διάφορα
χωριά, όπου τραγουδιόνταν τα ριζίτικα για να συμφωνηθεί και να καταγραφεί σε νότες και βινύλιο ο σκοπός κάθε τραγουδιού,
υπό την εποπτεία του μουσικού
Μιχάλη Βλαζάκη, καθηγητή
του Ωδείου Χανίων. Η καταγραφή έγινε τα έτη 1957-1958, εκδόθηκαν σε βιβλίο από τον υπεύθυνο
καθηγητή μουσικής και κυκλοφόρησαν δύο βινύλια
με τέσσερα συνολικά
ριζίτικα τραγούδια. Και τούτη η κίνηση για την καταγραφή της
«ορθής» απόδοσης των τραγουδιών χρήζει περαιτέρω αξιολόγησης, καθώς δεν λαμβάνει
υπόψη της τον παράγοντα της τοπικότητας, που δικαιολογεί τις όποιες αποκλίσεις από οικισμό σε
οικισμό.
Το 2003 ο
καθηγητής Γρηγόρης Μ. Σηφάκης στο συνέδριο που πραγματοποιήθηκε στο Δήμο
Ακρωτηρίου (στα Κουνουπι-
31. Ιδομενέας
Παπαγρηγοράκης, «Τα κρητικά ριζίτικα τραγούδια», Κρητική Εστία, τ. 163-164 (1966), σ. 323-329 και Πεπραγμένα Β’ Διεθνούς Κρητολογικού
Συνεδρίου, (Χανιά 1966), Αθήνα: Φιλολογικός Σύλλογος «Ο Χρυσόστομος»,
1968, τόμ. Δ’, σ. 344-346.
διανά και τον
Μουζουρά) για το ριζίτικο τραγούδι, μελετώντας το είδος αυτό της δημώδους κρητικής
ποίησης καταθέτει την άποψη ότι ο όρος ριζίτικα πρέπει να περιοριστεί μόνο στα
τρα- γούδια της τάβλας: «Τελικώς ποια είναι τα
ριζίτικα τραγού- δια; Μόνο τα τραγούδια της τάβλας, και από αυτά μόνο εκείνα που ο σκοπός τους αναπτύσσεται σε
στροφή τριών ημιστιχί- ων. Τέτοιοι σκοποί είναι 24 (που αντιστοιχούν φυσικά σε
πολύ περισσότερα κείμενα)»32 και καταμετρά άλλα οκτώ τραγούδια που διαφοροποιούνται μουσικά.
Οι εργασίες ωστόσο του Συνεδρίου και οι συζητήσεις που επακολούθησαν οδήγησαν τον μελετητή
να συμμεριστεί την άποψη «…όσων θεωρούν τη
μουσική ως βασικό κριτήριο χαρακτηρισμού ενός τραγουδιού ως ριζίτικου.
Ριζίτικα τραγούδια, επομένως, είναι όσα τραγούδια της τάβλας (ανεξαρτήτως
περιεχομένου) τραγουδιούνται με τριάντα τόσους σκοπούς που έχουν επισημάνει
και καταγράψει οι μουσικολόγοι».33
Για δε τους μελετητές του έργου του Παύλου Βλαστού,
του πατέρα της κρητικής λαογραφίας, φαίνεται παράδοξο το γεγονός ότι στο ογκωδέστατο έργο του δεν χρησιμοποιείται πουθενά ο όρος ριζίτικο τραγούδι.
Τόσο στον 14ο, τον 15ο και τον 16ο τόμο, όσο και στον 18ο στον οποίο δίδει τον τίτλο «Κρητικά τραγώδια της τραπέζης
(τάβλας)» δεν αναφέρεται
ο όρος. Μονάχα στον τόμο 44 ερμηνεύεται ο όρος «ριζίτης»: «Ριζίτης (ο), οι Ριζίτες, οι κάτοικοι της ριζοβουνιάς,
επί των βάσεων των ορέων κάτοικοι ή επί των υπορειών». Σε δεύτερο χρόνο συμπληρώνει στο αριστερό κενό πλαίσιο της
σελίδας: «Ριζίταις (οι) ιδίως λέγονται
εν Κρήτῃ οι κατοικούντες από τους Κάμπους – Θέρισο
– Λάκκους μέχρι του Σέμπρωνος, εκ παραφθοράς Ριζινίται παλαιάς πόλεως Ριζινίας
της κειμένης εις Μεσκλά, όπου και επιγραφή
υπάρχει, ανακαλυφθείσα εσχάτως
πλησίον του Ναού της Παναγίας».
32. Γ. Μ. Σηφάκης, «Ποια είναι τα ριζίτικα τραγούδια;», Το Ριζίτικο τραγούδι, Πρακτικά Συνεδρίου (25, 26 και 27 Ιουλίου 2003) – Μνήμη Μανούσου Μανούσακα, Γιώργου Αμαργιανάκη, Νικολάου Καβρουλάκη, Γιάννη Παυλάκη, Γιώργη Μανουσάκη, επιμ. Κώστας Μουτζούρης, Χανιά: Δήμος Ακρωτηρίου 2009, σ. 31-42, εδώ σ. 40.
33. Σηφάκης 2009, ό.π., σ. 41.
Ο τόσο
προσεκτικός Παύλος Βλαστός, σίγουρα, δεν αντι- μετώπιζε «όπως όπως» – κατά την έκφραση του Παπαγρηγο- ράκη – την
καταγραφή και τη λαογραφία γενικότερα, ώστε να παραβλέψει έναν διαδεδομένο και καταξιωμένο στη λαϊκή συνεί- δηση όρο του κρητικού τραγουδιού, τον όρο «ριζίτικο τραγούδι».
Για την απουσία του μόνον εικασίες μπορούν να διατυπωθούν. Το βέβαιο
είναι ότι απαιτείται ακόμα περαιτέρω έρευνα.
Το
παράδοξο, ωστόσο, είναι ότι όταν ο Παύλος Βλαστός για μια και μοναδική φορά – τουλάχιστον στα μέχρι σήμερα γνωστά
δημοσιεύματά του – χρησιμοποιεί τον όρο ριζίτικο τραγούδι, δεν αναφέρεται σε περιστατικό στο νομό Χανίων, αλλά στο ανατολικό Ρέθυμνο, στις υπώρειες του Ψηλορείτη. Αναφέρομαι σε ένα κείμενο που δημοσίευσε
σε συνέχειες στην εφημερίδα «Νέα Εφημερίς» του Ηρακλείου. Στο φύλλο της 22ας Μαΐου 1925 (αρ.
φύλλου 3017) αναφέρει τις εντυπώσεις του από μια επίσκεψή του στο Φουρφουρά το
1854. Γράφει ο Βλαστός:
«Κατά την προμνησθείσαν εποχήν
του 1854, ο Φουρφουράς είχε περί τας 80 οικίας. Κατά την ημέραν της εορτής της Γκαρδιώτισσας όλα τα σπήτια του χωρίου εορτάζουν. Αι θύραι είναι ανοικταί και αι
τράπεζαι πλήρεις εδεσμάτων και ποτών.
Οι ξένοι πανηγυρισταί επισκέπτονται τους
γνωστούς των και διασκεδάζουν καθ’ όλην την ημέραν, αλλά και αν κανείς δεν έχει
γνωστούς ή συγγενείς προσ- λαμβάνεται εις μίαν παρέαν και τυγχάνει όλων των
περι- ποιήσεων.
»Ονομασταί
διά την φιλοξενείαν των ήσαν αι οικογένειαι των Λέκηδων, Μαράκηδων, Γερώνυμων, Σαρμανίδων,
Κωστάκηδων, Χαλκιαδάκηδων, Αστρινών, Διαμαντίδιδων, Σημαντιράκηδων και
του γέρου ιατρού Ανδρεαδάκη και άλλων.
»Κατά τας διασκεδάσεις αυτάς των θρησκευτικών πανηγύρεων ετραγουδούντο κυρίως τα Κρητικά δημώδη άσματα, τα ξακουστά «ριζίτικα» ή τραγούδια τση «τάβλας» και αι θρησκευτικαί ῳδαί της Ορθοδόξου Ανατολικής εκκλησίας. Αυτή ήτο και είναι η εθνική μας μουσική. Τα Κρητικά δημώδη τραγούδια είναι όλα σχεδόν βαθείς συμβολισμοί και αλληγορίαι προς την ελευθερίαν.
»Κατά την εορτήν της Παναγίας του έτους περί του οποίου αναφέραμεν εφιλοξενήθημεν εις τον αρχοντικόν οίκον του γέρω ιατρού Εμμ. Ανδρεαδάκη, …Ενθυμούμαι ακόμη ότι εις το τραπέζι και εις ώραν ενθουσιασμού ο φίλος ιατρός ετραγούδησε μελωδικώτατα το κάτωθι τραγούδι, το οποίο παραθέτω χάριν των νεωτέρων.
»Πουλάκια κελαδίξετε σαν είστε μαθημένα,
Γιατί πουλί ήμουν κι’ εγώ κι’ από τ’ αηδόνι αηδόνι
Κι’ από φαλκονογέρακα ήμουν κι’ εγώ γεράκι.
Στο πέταγμα ήμουν αητός, στο γλάκα ήμουν αγρίμι
Κι’ εις νυχτοπεριπάτημα ήμουνα νυχτοπούλι.
Δεν εκυνήγουν πέρδικες, μήδε και χελιδόνες,
Μον’ εκυνήγουν μια ξανθή, μια λεύθερη πανώρηα
Ποὔχε τον ήλιο πρόσωπο μ’ αχτίνες και με λάμψη.
Κοντό και να την ίδετε; γή που την αφοράστε;
Σε ποια παλάτια βρίσκεται; και πού να λειτουργάται;
Ελάτ’ επά που λάχαμε να φάμε και να πιούμε,
Αδερφοχτοί να γίνωμε να πάμε να την δούμε.
Μ’ αν με θωρείτε γέροντα, βαστούσι με τα κότσα.
»Η υμνουμένη
ξανθή κοπέλλα εις το τραγούδι
αυτό δεν είναι άλλη παρά η Θεά
Ελευθερία την οποίαν η υπερήφανος Κρητική ψυχή έχει ως ερωμένην της και την τραγουδεί
με αλληγορίαν διά τον φόβον του τυράννου.
»Εις τα
δημώδη Κρητικά τραγούδια καθρεπτίζεται η φυσιογνωμία του αληθινού Κρητικού
χαρακτήρος και αισθήματος, συγκεντρώνεται όλο του το εγώ και εκδηλούνται τα ιδανικά του.
»Οι
κάτοικοι των πόλεων και των πεδινών επαρχιών στενάζοντες υπό τον βαρύν ζυγόν των Τούρκων έψαλλον τα τραγούδια των εις φωνήν ταπεινήν
και παραπονεμένην. Και αυτοί
δε οι στίχοι των τραγουδιών, ενώ εις το νόημα ήσαν αλληγορικοί προς την ελευθερίαν, διετύπωνον εμμέσως τα παράπονα του υπό ζυγόν λαού.
»Το κατωτέρω ποίημα είναι από το είδος τούτο των δημωδών Κρητικών τραγουδιών:
Αφρουκαστήτε φίλοι και δικοί μου
Να σας σε πω την παραπόνεσί μου.
Είχα μιαν αγάπη μπιστεμένη
Μέσα στην καρδιά μου φυλαμμένη.
Μια ταχυνή περνώ από την αυλή τζη
Καμάρι και στολή ’το το κορμί τζη.
Ωσάν τα ρόδα είν’ τα μάγουλά τζη
Κι’ ωσάν τον ήλιο έλαμπ’ η πρασιά τζη.
»Το ποίημα αυτό είναι εκτενές και εδώ δε αλληγορικώς
αναφέρεται η ελευθερία.
»Οι κάτοικοι
των ορέων έψαλλον
εις ύφος υπερήφανον και μεγαλοπρεπές, άσματα αλληγορικά προς την ελευθερίαν. Εκ τούτων το ωραιότερον ήτο «Αετού» όπου εκφράζεται ο πόθος του Κρητός να ανέβη «Σε ψηλό βουνό, σε ριζιμιό χαράκι», όπου δεν έφθα|νεν η ισχύς του κατακτητού.
»Οι
παλαιότεροι εκ των αναγνωστών μου θα ενθυμούνται πώς εγένοντο εις την παλαιάν εποχήν της τουρκοκρατίας τα γλέντια εις τα ορεινά χωρία κατά τας θρησκευτικάς εορτάς, οπότε τοις εδίδετο η ευκαιρία να διασκεδάσουν εν συμπνοίᾳ και ομαδικώς διά να αφήσουν
την ψυχήν των να
ξεχυθή με τραγούδια εις ύμνους
προς την ελευθερίαν και τα εθνικά ιδανικά. Δι’ αυτών διετήρησε αγνόν το ήθος, γενναίον
το φρόνημα και υψηλά τα πατριωτικά του αισθήματα. (Ακολουθεί)».34
Τι
συνεισφέρει το κείμενο του Παύλου Βλαστού στη μελέτη για το ριζίτικο τραγούδι;
1)
Αποτελεί τη μοναδική γραπτή αναφορά του όρου «ριζίτικο τραγούδι» από τον πατέρα της
κρητικής λαογραφίας και γνώστη των κρητικών πραγμάτων Παύλο Βλαστό.
2) Ο Βλαστός (όπως και οι μεταγενέστεροι από αυτόν Στ. Κελαϊδής, Χρ. Σταυρουλάκις (Αγελάτης) και Γρηγόρης Σηφάκης – χωρίς, όπως φαίνεται, να γνωρίζουν το προαναφερθέν δημοσίευμα του Βλαστού) θεωρεί και χαρακτηρίζει ως ριζίτικα αποκλειστικά και μόνο τα τραγούδια της στράτας ή του
34. Παύλου Γ. Βλαστού, «Διά να γνωρίσωμεν την Κρήτην. Ιστορικά σημειώματα», Νέα Εφημερίς, Ηράκλειον, Παρασκευή 22 Μαΐου 1925, αρ. φύλ. 3017.
δρόμου ή του σκαμνιού ή τα επιτραπέζια ή της τραπέζης, που τραγουδιούνται με έναν συγκεκριμένο τρόπο, διαφορετικό από τα υπόλοιπα δημοτικά τραγούδια της Κρήτης.
3) Ο Βλαστός θεωρεί ριζίτικα τα τραγούδια των κατοίκων των ορεινών και ημιορεινών περιοχών της Κρήτης, τα οποία είναι μάλιστα τραγούδια που τραγουδιούνται με ύφος υπερήφανο και μεγαλοπρεπές, σε αντίθεση με τα τραγούδια των κατοίκων των πόλεων και των πεδινών οικισμών που τραγουδιού- νται με φωνή ταπεινή και παραπονεμένη. Από κανένα σημείο του δημοσιεύματος δεν συνάγεται σύνδεση των ριζίτικων τραγουδιών με τα Σφακιά ή τις υπώρειες των Λευκών Ορέων.
Τα νέα στοιχεία στο
σύνολό τους δημιουργούν ένα γεωγραφικό πλαίσιο παρουσίας
του ριζίτικου, ευρύτερο
από εκείνο που ο
Ιδομενέας Παπαγρηγοράκης προσδιόρισε και επαναλαμβάνεται,
χωρίς να εξετάζεται, από όλους τους μελετητές μέχρι σήμερα, και ανοίγουν τη
συζήτηση για το αν οι περιοχές, όπου εντοπίζεται σήμερα το ριζίτικο τραγούδι
και των οποίων οι κάτοικοι δημιουργούν ταυτότητα μέσα από αυτό, είναι περιοχές
γέννησης ή επιβίωσης ενός τρόπου έκφρασης που σταδιακά υποχώρησε στον
ομοιοκατάληκτο στίχο.
d
Σχόλια